«Δεν πολεμάμε τον φασισμό μαζί με την κυβέρνηση αλλά σε πείσμα της κυβέρνησης. Ξέρουμε ότι καμία κυβέρνηση δεν επιθυμεί πραγματικά τη συντριβή του φασισμού, γιατί η αστική τάξη είναι αναγκασμένη να προσφεύγει σε αυτόν όταν βλέπει την εξουσία να της γλιστρά από τα χέρια».
Μπ. Ντουρρούτι
Η δολοφονία του μουσικού και αντιφασίστα Παύλου Φύσσα, από οργανωμένο τάγμα εφόδου της Χρυσής Αυγής, δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο περιστατικό, αλλά την συνέχεια και την όξυνση της δράσης της νεοναζιστικής οργάνωσης. Προηγήθηκαν ξυλοδαρμοί και δολοφονίες μεταναστών (Σαχτζάτ Λουκμάν), επιθέσεις σε καταλήψεις, αυτοοργανωμένους και κοινωνικούς χώρους (Συνεργείο, Αντίπνοια…), δολοφονικές επιθέσεις κατά αγωνιζόμενων ανθρώπων (εργάτες, συνδικαλιστές…). Δράσεις στο δρόμο που βρίσκονται σε σύμπνοια με την δράση στη Βουλή, όπου στήριξαν και στηρίζουν τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, και κάνουν ξεκάθαρη την θέση τους στον ταξικό ανταγωνισμό.
Στην εποχή της αναδιάρθρωσης, ελέω κρίσης, του καπιταλιστικού συστήματος με την ολομέτωπη επίθεση στα εργασιακά και ανθρώπινα δικαιώματα και την όξυνση των ταξικών και κοινωνικών αντιθέσεων η επάνοδος των φασιστών στο προσκήνιο έρχεται να συμβάλλει, ως έσχατη εφεδρεία, στην διατήρηση των κεκτημένων των διαφόρων λογής εξουσιαστών και στη ενίσχυση του ολοκληρωτικού χαρακτήρα του κράτους. < Στοχεύοντας, αρχικά, τους πιο αδύναμους, τους μετανάστες, και στη συνέχεια κάθε κομμάτι της κοινωνίας που αντιστέκεται στην εκμετάλλευση, συμβάλλει στην μεγέθυνση του κοινωνικού αυτοματισμού, στη διαίρεση της εργατική τάξης και την αδυναμία, εν τέλει, της οργάνωσης για την προάσπιση και περαιτέρω διεκδίκηση των συμφερόντων αυτής. Οι ανέξοδοι λεονταρισμοί στην Βουλή και στις οθόνες της τηλεόρασης δεν μπορούν να κρύψουν τον πραγματικό χαρακτήρα του νεοναζιστικού μορφώματος και την αγαστή συνεργασία του με το βαθύ κράτος και το κεφάλαιο. Η στήριξη στον μεγαλοβιομήχανο Μάνεση ενάντια στον αγώνα των χαλυβουργών, η προγραμματική τους δήλωση «δουλειά για Έλληνες» με μισθούς πείνας των 18 ευρώ μεροκάματο, η απαξίωση του αγώνα των απολυμένων καθαριστριών, η ψήφιση μέτρων για φοροαπαλλαγές των εφοπλιστών, η συναίνεση στο ξεπούλημα της Αγροτικής Τράπεζας δεν αφήνουν περιθώρια για παρερμηνείες και κανείς, εδώ και καιρό, δεν μπορεί να ισχυριστεί ‘’δεν ήξερα’’. Πλέον η άμεση ή έμμεση, μέσου της ψήφου, στήριξη σημαίνει συνυπευθυνότητα στα εγκλήματα των νεοναζί…
Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα αποτέλεσε αφορμή για «αλλαγή στάσης» από την πλευρά του κράτους απέναντι στους νεοναζί της Χρυσής Αυγής, την δημοσιοποίηση μέρους της εγκληματικής της δράσης και την σύλληψη, τελικά, αρκετών πρωτοκλασάτων στελεχών της. Δεν πρέπει βέβαια να δημιουργούνται ψευδαισθήσεις για τους λόγους και τους σκοπούς αυτής της αλλαγής. Η βαθιά και με ιστορικές ρίζες σχέση κράτους – φασιστών είναι δομημένη με σαφής όρους στην οποία ο ρόλος των φασιστών είναι, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, αυτός της εφεδρείας για την καταστολή των αγωνιζόμενων κομματιών της κοινωνίας και την διατήρηση των ταξικών συσχετισμών. Πλήθος τα παραδείγματα επ’ αυτού με τελευταίο την υπόθεση Μπαλτάκου. Η ελευθερία κινήσεων που δόθηκε στη Χρυσή Αυγή δημιούργησε στην ίδια την εντύπωση ότι είναι ανίκητη και σε πλήρη ασυλία οδηγώντας σε αναβάθμιση της δράσης της, προσπάθεια μερικής αυτονόμησης και διεκδίκηση μεγαλύτερου κομματιού από την πίτα της εξουσίας. Αυτό, ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή εσωτερικής αναδιανομής των εξουσιών, αποτέλεσε ένα είδος «κόκκινου πανιού» για την πλευρά του κράτους. Έτσι, γεγονότα είδη γνωστά σε αστυνομία και εισαγγελείς, έρχονται με τη βοήθεια των ΜΜΕ (των ίδιων ΜΜΕ που το προηγούμενο διάστημα πρόβαλλαν το ρατσιστικό «έργο» των νεοναζί με απαθή και ουδέτερο τόνο και μιλούσαν για «σοβαρή Χ.Α.», όπως ο τηλεμαϊντανός Μπάμπης Παπαδημητρίου στον ΣΚΑΪ) στο προσκήνιο. Στα πλαίσια των ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών λοιπόν, το κράτος λύνει, έστω πρόσκαιρα και επιφανειακά, τους λογαριασμούς του με τα λοξοδρομούντα τσιράκια του και με την επίκληση της θεωρίας των δύο άκρων εμφανίζεται ως εγγυητής της ασφάλειας και της ομαλότητας.
Ένα χρόνο μετά την δολοφονία και παρά το μάζεμα των ταγμάτων εφόδου, η δράση των νεοναζί συνεχίζεται και η εκλογική τους δύναμη παραμένει υψηλή, πατώντας στα ρατσιστικά και συντηρητικά αντανακλαστικά κομματιού της ελληνικής κοινωνίας. Από ένα κράτος που το ίδιο δολοφονεί μετανάστες στον Έβρο και το Αιγαίο, που δημιουργεί στρατόπεδα συγκέντρωσης για όσους καταφέρουν να περάσουν, που καταπατά κάθε εργασιακό και κοινωνικό δικαίωμα ντόπιων και μεταναστών, δεν έχουμε αυταπάτες για το βαθμό που, μπορούν και θέλουν, να αντιμετωπίσουν το φασισμό. Ο αντιφασιστικός αγώνας μπορεί να ιδωθεί και να φέρει αποτελέσματα μόνο όταν εντάσσεται στα πλαίσια του ευρύτερου αγώνα ενάντια σε κάθε μορφή εκμετάλλευσης. Ενός αγώνα από τα κάτω που απαιτεί οργάνωση, συνέχεια, συνέπεια και στοιχειώδη δυνατότητα συνεννόησης και δεν χωρά μικροπολιτικές τακτικές. Ενός αγώνα με σαφή ταξικά χαρακτηριστικά, χωρίς διαχωρισμούς φύλου και φυλής, που θα προωθεί την αλληλεγγύη και την αυτοοργάνωση…