Βασικός στόχος της μνημονιακής πολιτικής, στα πλαίσια της γενικότερης αναδιάρθρωσης του καπιταλισμού, δεν είναι άλλος από την υποτίμηση της εργασιακής δύναμης με ταυτόχρονη διάλυση των κοινωνικών δομών. Κατάλυση των όποιων εργασιακών δικαιωμάτων, χαμηλοί μισθοί, πλήρη ελαστικοποίηση της εργασίας και τεράστια ανεργία είναι το νέο μοντέλο πάνω στο οποίο κράτος και κεφάλαιο πατάνε ώστε να διατηρηθεί και να αυξηθεί η, πληγωμένη από την κρίση, κερδοφορία τους. Η επιβολή μέσω του φόβου και της καταστολής, η προπαγάνδα των αστικών ΜΜΕ και η προώθηση διαφόρων success story για τους πιο ευκολόπιστους συμπληρώνουν το ‘’όραμα’’ κράτους και κεφαλαίου για την μετά την κρίση εποχή και τον νέο τύπο καπιταλισμού.
Απέναντι στα ‘’τετελεσμένα’’ που προωθούνται, το συνδικαλιστικό κίνημα, με την υπάρχουσα μορφή του, είτε δεν θέλει, είτε δεν μπορεί να λειτουργήσει ως ανάχωμα και να δημιουργήσει συνθήκες για την αντίσταση και την ανατροπή. Σε άμεση
διαπλοκή, στο μεγαλύτερο μέρος του, με τον κρατικό μηχανισμό και εξυπηρετώντας κομματικά συμφέροντα και επιδιώξεις έχει οδηγηθεί σε πλήρη απαξίωση από ένα μεγάλο κομμάτι του λαού.
ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ, ως κύριοι ‘’αντιπρόσωποι’’ του εργατικού κινήματος, έχουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την σημερινή κατάσταση στο συνδικαλιστικό κίνημα. Η χρόνια, προνομιακή και αγαστή συνεργασία με το κράτος και τις οργανώσεις του κεφαλαίου (πχ ΣΕΒ) οδήγησε στο να αποτελούν το καλύτερο ‘’εργαλείο’’ εξυπηρέτησης των συμφερόντων των παραπάνω. Ως ‘’κοινωνικοί εταίροι’’ εργάστηκαν σκληρά, όχι για τα συμφέροντα της τάξης που, δήθεν, εκπροσωπούν αλλά για αιματηρούς συμβιβασμούς εις βάρος των εργαζομένων και κυρίως, ως βαλβίδα αποσυμπίεσης της οργής και καταστολής των αυθόρμητων ή από τα κάτω οργανωμένων εργατικών και κοινωνικών διεκδικήσεων. Τρανταχτό (και φυσικά όχι μοναδικό) παράδειγμα, η παρουσία-απουσία τους από το πλευρό του δοκιμαζόμενου λαού στις σημερινές συνθήκες, η οποία εξαντλείται σε κλαδικά και επιμέρους αιτήματα (εγγράφως κατά πλειοψηφία) και κήρυξη μονοήμερων απεργιών-φωτοβολίδα χωρίς ουσιαστικό νόημα. Αποτέλεσμα των παραπάνω, να είναι απόντες από τους αγώνες των εργαζομένων της ΕΡΤ και της Χαλυβουργίας, στις κινητοποιήσεις των κατοίκων στις Σκουριές καθώς και από τις απολύσεις στα νοσοκομεία και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Καθόλου τυχαία λοιπόν η τροφοδότηση του κρατικού μηχανισμού/κυβερνήσεων με υπουργούς, στελέχη κτλ από τις οργανώσεις αυτές. Ανάλογη είναι η κατάσταση στους περισσότερους συνδικαλιστικούς φορείς και στον ιδιωτικό τομέα. Ατομικά συμφέροντα, συνδιαλλαγή κάτω από το τραπέζι με τον εργοδότη και εξάρτηση από αυτόν. Καθόλου ασυνήθιστο το φαινόμενο συνδικαλιστές να αποφασίζουν μαζί με την διεύθυνση για απολύσεις, άδειες κτλ εν άγνοια των εργαζομένων ενώ είναι ουσιαστικά ανύπαρκτοι ως μέσο πίεσης και διαπραγμάτευσης για τα προβλήματα αυτών. Έτσι, σε τοπικό επίπεδο, ενώ η αλλαντοβιομηχανία ΒΙΚΗ προβαίνει σε απολύσεις και καθυστέρηση δεδουλευμένων, δεν υπάρχει καμία αντίδραση από τον συνδικαλιστικό φορέα παρά η επίκληση για υπομονή προς τους εργαζόμενους.
Ως απάντηση στην παραπάνω μορφή του συνδικαλιστικού κινήματος επιδιώχθηκε η οργάνωση σωματείων και συνδικάτων, κάτω από την ομπρέλα πολιτικού κόμματος, όπως με την συγκρότηση του ΠΑΜΕ ή των Αυτόνομων Παρεμβάσεων. Δυστυχώς ο γραφειοκρατικός τρόπος λειτουργίας και οργάνωσης, η στενή επαφή και καθοδήγηση από τον κομματικό μηχανισμό και η αδυναμία ευρύτερης ανάλυσης πάνω στο εργατικό κίνημα επέφεραν αποκλεισμούς κάθε διαφορετικής άποψης (ή μαζί μας ή εναντίον μας) και στην ουσία δημιούργησαν μια τάφρο γύρω από την ζώνη επιρροής τους θέτοντας ακόμα και παραδοσιακά κέντρα αγώνα όπως τα Εργατικά Κέντρα υπό τον πλήρη έλεγχό τους και καθιστώντας τα όλο και πιο αδύναμα στο πεδίο των διεκδικήσεων της εργατικής τάξης.
Απέναντι σε όλα αυτά, τα τελευταία χρόνια έχουμε την δημιουργία και τη δράση πρωτοβάθμιων σωματίων βάσης, τα οποία δημιουργημένα ‘’από τα κάτω’’ και με οριζόντιο τρόπο λειτουργίας προσπαθούν με καθημερινούς αγώνες σε χώρους εργασίας να δώσουν νέα πνοή και νόημα στον συνδικαλισμό και στην συλλογική οργάνωση εν γένει. Στη βάση αυτή, και με τις επιτακτικές συνθήκες που δημιουργεί η όξυνση του ταξικού ανταγωνισμού λόγω της επίθεσης κράτους-κεφαλαίου, θεωρούμε αναγκαία την μαζικότερη ανάπτυξη ενός μαχητικού και αυτοοργανωμένου συνδικαλισμού με την ισότιμη συμμετοχή όσο το δυνατόν περισσότερων εργαζομένων και μη. Ενός συνδικαλισμού που από την μια θα διεκδικεί και θα απαιτεί καλύτερες συνθήκες στο σήμερα και πάνω στη βάση των συμφερόντων της εργατικής τάξης και από την άλλη θα θέτει συνολικότερα ζητήματα πάνω στην οργάνωση της κοινωνίας. Η προφανής σήμερα αναγκαιότητα οργάνωσης εργατών αλλά και ανέργων (μιας και αποτελούν μια μεγάλη μερίδα της εργατικής τάξης που οφείλει να οργανωθεί και να παλέψει) πρέπει να διαλύσει τους όποιους ενδοιασμούς του καθενός από εμάς για ενεργή συμμετοχή, τόσο στα τεκταινόμενα στο χώρο εργασίας του όσο και ευρύτερα. Αντί-ιεραρχικά, αυτοοργανωμένα, αλληλέγγυα και με άμεση δράση, αφήνοντας στη άκρη ατομικισμούς και λογικές απαξίωσης και επιδιώκοντας την μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή ντόπιων και μεταναστών. Στεκόμενοι, προφανώς, εχθρικά στις προσπάθειες των φασιστών για διείσδυση σε σωματεία μιας και αυτοί αποτελούν, πάντα, το μακρύ χέρι κράτους και αφεντικών. Ο ταξικός αγώνας αποτελεί σημαντικό κομμάτι του συνολικότερου αγώνα για τον κοινωνικό μετασχηματισμό και άρα, η συμπόρευση των διάφορων πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών ενώσεων (σε επιμέρους και γενικότερα ζητήματα) καθώς και η συνεύρεση με άλλους κοινωνικούς σχηματισμούς, με άλλα αγωνιζόμενα κομμάτια της κοινωνίας, είναι προϋπόθεση και ανάγκη στην προσπάθεια δημιουργίας καλύτερων συνθηκών ρήξης με το υπάρχον σύστημα. Η πρόταση για γενική απεργία διαρκείας, που ολοένα και περισσότερο βρίσκει ευήκοα ώτα, δεν μπορεί να γίνει πραγματικότητα αν η εργατική τάξη δεν αποτινάξει το ζυγό της ανάθεσης, της χειραγώγησης και τις εκλογικές αυταπάτες και δεν δει την γενική απεργία διαρκείας όχι ως στόχο αλλά ως μέσο στο αγώνα για την δημιουργία μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση.